Το σπίτι, Έφη Μπολλάνο

Σήμερα, εγώ και η παρέα μου είμαστε στο τρένο για ένα ταξιδάκι, επειδή νικήσαμε σ' ένα διαγωνισμό και θα πάμε σε ένα σπίτι που είναι στοιχειωμένο· εγώ δεν τα πιστεύω αυτά, αλλά πριν από δύο μέρες είδα μαζί με τις φίλες μου έναν άνθρωπο ο οποίος ήταν πολύ αλλόκοτος. Είχαμε βγει για να πάμε βόλτα. Σε μια στιγμή μας πλησίασε και μας είπε ότι κάποιος θα μας κάνει να τρομάξουμε πολύ. Εμείς τον αγνοήσαμε και συνεχίσαμε τη βόλτα μας.

Στο σπίτι θα μείνουμε για μία εβδομάδα. Από το φυλλάδιο που μας έδωσαν φαίνεται καταπληκτικό το μέρος.
Μόλις φτάσαμε μας πήγαν να δούμε την πόλη. Δεν ήταν σαν τη δική μας· είχε πιο μικρές πολυκατοικίες, πιο πολλά δέντρα και πιο λίγα αυτοκίνητα. Είχαμε πάει με τα πόδια. Υπήρχαν πολλά πάρκα, όμως δεν ήταν βρόμικα, με χαρτιά κάτω· ήταν πεντακάθαρα. Πήγαμε και κάτσαμε κι εμείς σ' ένα πάρκο. Δίπλα υπήρχε ένα μικρό δάσος. Τα δέντρα του ήταν πανύψηλα. Ήταν γεμάτο με λουλούδια και μικρά ζωάκια. Τα παιδιά πήγαιναν και τους δίνανε λίγο ψωμί για να φάνε. Τα ζωάκια πλησίαζαν άφοβα, γιατί ήξεραν ότι δε θα τους κάνουν κακό. Αργότερα προχωρήσαμε και εξερευνήσαμε το τοπίο. Αν και η πόλη ήταν πολύ όμορφη δεν είχε και πολλούς κατοίκους.
Μετά από δυο ώρες ήρθαν και μας πήραν για να μας πάνε στο σπίτι. Ήταν λίγο μακριά, αλλά δεν κάναμε πολλή ώρα. Όταν φτάσαμε, είχε νυχτώσει.
Το σπίτι όντως ήταν τρομαχτικό· έμοιαζε σαν τα σπίτια στα οποία γυρίζουν τρομαχτικές ταινίες. Ήταν τριώροφο· το χρώμα του ήταν μαύρο με καφέ. Είχε μεγάλα παράθυρα, στα οποία κρέμονταν άσπρες κουρτίνες. Η πόρτα ήταν πελώρια, γύρω στα τρία μέτρα ύψος και φάρδος. Υπήρχε μια γέφυρα που έπρεπε να περάσεις για να μπεις στο σπίτι, γιατί υπήρχε μία λίμνη. Η λίμνη ήταν πάρα πολύ βρόμικη. Αν έπεφτες μέσα, σίγουρα θα μύριζες για δυο μήνες σαν ασβός. Μπήκαμε στο εσωτερικό του σπιτιού. Δεν υπήρχε καμία σχέση με το έξω· ήταν σαν παλάτι· υπήρχαν χαρούμενα χρώματα και όχι αυτό το μαύρο και καφέ μουντό και τρομαχτικό χρώμα. Το σαλόνι και κάθε χώρος του σπιτιού ήταν τεράστιος. Τακτοποιήσαμε τα πράγματά μας και μετά κατεβήκαμε κάτω για πρωινό στην τραπεζαρία. Χωριστήκαμε ανά δύο άτομα για να κοιμηθούμε, όχι επειδή δεν έφταναν τα δωμάτια, αλλά γιατί φοβόμασταν λίγο, επειδή μας είπαν ότι παλιά ένας άνθρωπος πέθανε σ' αυτό το σπίτι και το πτώμα του δεν είχε βρεθεί ποτέ.
Μόλις ξάπλωσα μου ήρθε κατευεθείαν στο μυαλό μου αυτός ο περίεργος άνθρωπος. Ήταν πολύ παράξενος. Τα μάτια του είχαν ένα θλιβερό βλέμμα. Το πηγούνι του ήταν μακρύ και λεπτό. Το μέτωπό του πλατύ και τα χείλη του λεπτά σαν μια γραμμή. Στο μάγουλό του είχε ένα μεγάλο κόκκινο σημάδι. Τα ρούχα του ήταν ελεεινά, όλα ήταν σχισμένα. Στε κεφάλι του φορούσε ένα σκούφο ο οποίος από επάνω είχε σκιστεί. Στο χέρι του κρατούσε ένα άδειο μπουκάλι με αλκοόλ. Λογικά ήταν μεθυσμένος.

Όλες οι μέρες πέρασαν και τίποτα δεν έγινε. Χωρίς λόγο ανησυχούσα τελικά.

3 σχόλια: