Οι καλοκαιρινές διακοπές , Αλέξανδρος Παράσχος

Το καλοκαίρι που μας πέρασε, και πιο συγκεκριμένα στις 15 Αυγούστου του 2008, είχα πάει με τους γονείς μου στη Χαλκιδική. Θα μέναμε στο σπίτι κάποιου φίλου του μπαμπά μου.
Όταν φτάσαμε στο σπίτι, μας υποδέχτηκαν και μας καλωσόρισαν. Το σπίτι ήταν τεράστιο και είχε μια αυλή με σκύλο. Γύρω γύρω το σπίτι ήταν φραγμένο με ξύλο και τούβλα, μια σκεπή από κεραμίδια και από την καμινάδα έβγαινε καπνός.
Μπήκαμε μέσα στο σπίτι, που ήταν βαμμένο με διάφορα χρώματα, κόκκινο, πράσινο και μπλε. Η κουζίνα είχε πλακάκια και το σαλόνι είχε πολλά έπιπλα, όπως καναπέδες, καρέκλες και πολυθρόνες. Μας κέρασαν και μας πήγαν στο δωμάτιό μας, για να τακτοποιηθούμε. Τα δωμάτια ήταν μεγάλα με πολλούς πίνακες του Picasso και του Da Vinci. Τα κρεβάτια ήταν άνετα και πολύ βολικά.
Το βραδάκι πήγαμε στην ταβέρνα και φάγαμε. Όταν επιστρέψαμε, ξαπλώσαμε και κοιμηθήκαμε.
Το πρωί βγήκα στην αυλή για να δω το σκύλο. Ήταν μαύρος με άσπρες βούλες και τον έλεγαν Jordan. Ο φίλος του μπαμπά μου ήταν ψηλός με πράσινα μάτια. Η μύτη του είχε τριγωνικό σχήμα και το μουστάκι του ενωνόταν με το λίγο μούσι που είχε. Η γυναίκα του είχε καφέ μάτια και μια ωραία μύτη. Το μεσημεράκι πήγαμε στην παραλία falgo. Η παραλία ήταν γεμάτη με κόσμο και δε βρήκαμε να καθίσουμε πουθενά. Στην απέναντι μεριά έβλεπες κάποια νησιά, λες και ήταν πολύ μικρά, ενώ ήταν πολύ κοντά. Η παραλία ήταν γεμάτη με ομπρέλες και ξαπλώστρες, για να ξαπλώνει ο κόσμος. Πίσω από τον κόσμο υπήρχαν δέντρα. Από δεξιά είχε βράχους και πολλούς ψαράδες που έπιαναν ψάρια. Από τους βράχους πηδούσανε παιδιά και κάνανε βουτιές στη θάλασσα. Πήδηξα κι εγώ μαζί με τον μπαμπά μου. Ο μπαμπάς μου έχει μαύρα μαλλιά, μαύρα μάτια, μια χοντρή μύτη και χοντρό πηγούνι. Η μαμά μου καθότανε μαζί με τη γυναίκα του φίλου του μπαμπά μου και τα μαλλιά της είναι κόκκινα και καφέ μάτια, επίσης έχει ωραίο πηγούνι και είναι λίγο εύσωμη.
Μόλις πήραμε χρώμα, γυρίσαμε στο σπίτι. Ετοιμαστήκαμε και βγήκαμε μια βόλτα με τ' αυτοκίνητο. Τ' αυτοκίνητο ήταν κόκκινο με τέσσερις πόρτες. Μεγάλες ρόδες και ωραία καθίσματα. Πήγαμε και κάτσαμε σε μια ταβέρνα που είχε ξύλινη επένδυση. Μέσα είχε πολλά τραπέζια και πολύ πολύ κόσμο. Τα φαγητά ήταν ωραία, παραδοσιακά. Φάγαμε διάφορα όπως καλαμάρια, γαρίδες και μια σαλάτα. Φεύγοντας περνούσαμε από ένα τοπίο με πολλά δέντρα, σπίτια και διάφορα άλλα πολλά φυτά. Το βράδυ κοιμηθήκαμε.

Το πρωί ετοιμαστήκαμε, γιατί θα φεύγαμε. Θα πηγαίναμε σε κάτι άλλους φίλους μας. Λίγο πριν να φύγουμε πήγα να χαϊδέψω το σκύλο, αλλά έλειπε. Πήγα και το είπα στο φίλο του μπαμπά μου. Πανικοβλήθηκε. Αρχίσαμε να ψάχνουμε συνέχεια και τελικά δε φύγαμε. Κάτσαμε να ψάξουμε το σκύλο. Πήγαμε στο γείτονα, γιατί είχε κι αυτός σκύλο, αλλά κι αυτουνού έλειπε. Ψάξαμε σ' όλη τη γειτονιά, αλλά δε βρέθηκαν. Έπρεπε να φύγουμε όμως, γιατί μας περίμεναν οι φίλοι μας στη Βουρβουρού.

Μετά πέντε μέρες βρήκανε στην παραλία τα δύο σκυλιά. Πήγαμε και είδαμε αν ήταν τα δικά μας και τελικά ήταν ο Jordan κι η Λουλού. Τα πήραμε και τα μαλώσαμε πολύ άγρια. Μετά από μερικές μέρες μας πήρε τηλέφωνο ο φίλος του μπαμπά μου και μας είπε ότι πάλι έφυγε ο Jordan. Πήγε, τον έψαξε και ήταν στο σπίτι του γείτονα με τη Λουλού. Τελικά τα δυο σκυλιά αγαπιόντουσαν και τα έβαλαν να ζήσουν μαζί. Στο τέλος γέννησαν 15 σκυλάκια. Τα ονόμασαν με διάφορα ονόματα.
Τα σκυλάκια μεγάλωσαν πολύ. Έζησαν αυτά καλά κι εμείς καλύτερα.

1 σχόλιο: